Το Chapter 2 του The Journey Down, ξεκινάει απο εκεί που μας είχε αφήσει το πρώτο μέρος. Η ανευθυνότητα των πρωταγωνιστών να γεμίσουν το ντεπόζιτο του υδροπλάνου (με το οποίο διέφυγαν από την επίθεση των μπράβων της εταιρίας Armando) έχει ως συνέπεια να βρεθούν στη θάλασσα, όπου ένα αλιευτικό τους περισυλλέγει…η περιπέτεια ξεκινάει με τους καλύτερους οιωνούς! Το ομιχλώδες τοπίο στο οποίο έχει χαθεί το αλιευτικό, σε συνδυασμό με την ησυχία που επικρατεί και τα λιγοστά φώτα στο κατάστρωμα, είναι αρκετά για μας βάλουν στο κλίμα.
Ένα από τα δυνατά σημεία του παιχνιδιού είναι το immersion. Οι σκηνές, οι τοποθεσίες, τα συναισθήματα, η ίντριγκα που ξετυλίγεται μέσω του σεναρίου, οι μοναδικοί του χαρακτήρες και η καταπληκτική μουσική επένδυση σε καθηλώνουν. Δε θα σας κρύψω ότι αφαιρέθηκα κάποιες φορές και με φανταζόμουν να πίνω μπύρες με τον Bwana και τον Kito (οι δύο από τους τρείς πρωταγωνιστές) στα βράχια του φάρου του λιμανιού Port Artue.
Σχεδόν όλο το επεισόδιο διαδραματίζεται στο λιμάνι που προαναφέραμε. Η παρέα μας συλλαμβάνεται με το που μπαρκάρει, από τον διεφθαρμένο αστυνομικό Barlow που δρα επί των εντολών του αφεντικού της εταιρίας Armando. Παίρνει τη Lina μαζί του σε ένα vip club ονόματι Temba και το δίδυμο Bwana-Kito φυλακίζεται.
Εκτός του αστυνομικού θα μάθουμε ότι η διαφθορά φτάνει μέχρι και το δημαρχείο και η αδίστακτη Armando company φροντίζει να σβήσει κάθε ίχνος όποιου της στέκεται στο διάβα: κάπως έτσι φαίνεται να χάθηκαν και τα ίχνη του Kaonandodo. Στόχος της εταιρίας είναι το βιβλίο The journey down που έχουμε στην κατοχή μας… αλλά κάποιος ακόμα μπαίνει στο παιχνίδι της διεκδίκησης του: οι πειρατές Sisilus, ένας από τους φόβους και τρόμους των κατοίκων και ψαράδων της περιοχής. Το σενάριο είναι πολύ ενδιαφέρον και θα ήταν κρίμα να το χαλάσω με περισσότερα spoilers, αφήνω λοιπόν να απολαύσετε την εφτάωρη ιστορία μόνοι σας.
Οι τοποθεσίες που έχουν σχεδιαστεί αρχικά στο χέρι και αναπτύχθηκαν στον υπολογιστή πετυχαίνουν αυτό που πρέπει, το immersion που προείπαμε.Τα πάντα είναι μοναδικά όπως και οι χαρακτήρες που θα γνωρίσουμε στο ομιχλώδες λιμάνι. Ο αξιαγάπητος φύλακας του φάρου, ένας φευγάτος ταξιτζής, μια παρέα μικροαπατεώνων και άλλοι χαρακτήρες, που ο καθένας λίγο πολύ, παίζει το ρόλο του στη περιπέτεια μας. Τα voice overs αυτών είναι άκρως πετυχημένα και οι διάλογοι είναι καλογραμμένοι με μπόλικη δόση χιούμορ, ενώ δεν κουράζουν με το μέγεθος τους σαν μια απόπειρα να γεμίσει περισσότερο ο τίτλος με άχρηστες πληροφορίες. Τα πάντα βρίσκονται σε αρμονία.
Είναι τόσο όμορφο το οπτικό αποτέλεσμα και εντυπωσιακό το γεγονός ότι η μηχανή γραφικών είναι εξ’ολοκλήρου δημιουργημένη από αυτό το μικρό στούντιο ανάπτυξης. Άξιο αναφοράς είναι επίσης ότι τόσο όμορφα γραφικά δε χρειάζονται κάποιο high end μηχάνημα για να τρέξουν ομαλά. Το δοκιμάσαμε σε ένα laptop HP 655 διετίας και έναν υπολογιστή πενταετίας και το παιχνίδι “πέταγε”.
Ο αρχικός μουσικοσυνθέτης δυστυχώς έφυγε από τη ζωή και πίστευα ότι σε αυτό το τομέα το παιχνίδι θα χάσει αρκετά αλλά διαψεύστηκα, αφού ο αντικαταστάτης του κυμάνθηκε στο ίδιο ύφος, με το ίδιο εξαιρετικό αποτέλεσμα. Θα απολαύσετε εξαίσιες ενορχηστρώσεις Jazz, που σαν είδος μουσικής δε μου αρέσει ιδιαίτερα, αλλά στη προκειμένη περίπτωση δε θα μπορούσα να σκεφτώ κάτι που θα έδενε καλύτερα με το υπόλοιπο αριστούργημα. Κάποια παράπονα υπήρξαν σχετικά με την ευκολία των γρίφων: πλέον απέκτησαν λίγη περισσότερη δυσκολία χωρίς να γίνονται παράλογοι από πλευράς φαντασίας και να χαλάει έτσι η ροή της ιστορίας. Το interface δεν έχει αλλάξει, παραμένει απλό, λιτό και χρηστικό όπως και ο χειρισμός. Στους πιο παλιούς φίλους του genre ίσως το hotspot indicator να ξινίσει και θα θέλαμε να υπάρχει η επιλογή απενεργοποίησης του, αλλά αυτό είναι μια μικρή παρατήρηση που θα μπορούσε να αλλάξει με ένα patch.
Το μοναδικό πράγμα που δε μας άρεσε είναι στην αρχή που ο Kito εξηγεί στον Bwana τι έγινε στο πρώτο επεισόδιο: από τη μία είναι ωραίο σαν προσθήκη για κάποιον που δεν έπαιξε το πρώτο μέρος, αλλά γίνεται με κάπως πρόχειρο τρόπο. Συνολικά το Journey Down Chapter 2 μας άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις: περιμένουμε το τρίτο και τελευταίο επεισόδιο της σειράς με μεγάλη ανυπομονησία και το προτείνουμε σε κάθε gamer, φανατικό και μη του είδους. Είναι μια όαση σε μια δύσκολη περίοδο που διανύει ένα genre και ένα παράδειγμα προς μίμηση. Η συνταγή απλή στη σκέψη, αλλά δύσκολη στη σύλληψη: Όρεξη, φαντασία και μεράκι!