To Warhammer 40.000 και το είδος των strategy εδώ και πάρα πολλά χρόνια έχει ακολουθήσει έναν κοινό δρόμο. Στα 90s οι μεγαλύτεροι ηλικιακά fans δεν γίνεται να μην θυμούνται τα turn-based strategy της SSI (Final Liberation, Chaos Gate, Rites of War), τα οποία σίγουρα κατάφεραν να αποκτήσουν το δικό τους κοινό. Το “turning point” βέβαια στη σχέση του Warhammer 40K με το είδος των strategy συνέβη το 2004, με το πρώτο Dawn of War. Εκεί η Relic δεν θα ήταν υπερβολή να τονίσουμε το γεγονός ότι άλλαξε για πάντα τον ρου της ιστορίας των Warhammer 40K-based strategy games, δημιουργώντας ένα εκπληκτικά solid real-time strategy, το οποίο κατάφερε να κερδίσει τους πάντες. Το εξίσου πετυχημένο sequel του, Dawn of War II (2009), μετατόπισε το ενδιαφέρον από το παραδοσιακό base-building σε ένα πιο real-time squad-based tactical παιχνίδι, φέρνοντας στο προσκήνιο μία πιο “close & personal” εμπειρία παιχνιδιού που έδινε δυναμική έμφαση στο micromanagement. Σχεδόν 8 χρόνια μετά η Relic επιστρέφει με το Dawn of War III, σε μία προσπάθεια να βαδίσει στον ίδιο ποιοτικό δρόμο που χάραξαν οι προκάτοχοι του…
Hail to the Blood King…
Το Dawn of War IIΙ ταξιδεύει τους gamers στον ρημαγμένο πλανήτη Cyprus Ultima, ο οποίος έχει μετατραπεί σε έναν κρανίου τόπο από τις διαρκείς και ανεξάντλητες μάχες. Συνεχίζοντας το story του μπαρουτοκαπνισμένου στη μάχη και σκληροτράχηλου Gabriel Angelos, ο οποίος ηγείται της επίλεκτης μονάδας των Blood Ravens. Space Marines, Eldar και Orks συναντιούνται για μία ακόμη φορά. Στο επίκεντρο της ιστορίας βρίσκεται ένα πανάρχαιο artifact που “κατάγεται” από τον αιμοδιψή Θεό των Eldar, Khaine, και όπως αντιλαμβάνεστε οι Eldar (και η Farseer Mecha) το ποθούν διακαώς. To ίδιο φυσικά κάνουν και οι δυνάμεις του Imperium of Man, όπου θεωρούν το εν λόγω αντικείμενο υψίστης στρατηγικής σημασίας για την προσπάθεια “εξαγνισμού” των εχθρών τους, για αυτό και τα μεγάλα κεφάλια του Αυτοκράτορα το αναζητούν με ξεχωριστό ζήλο και… μανία. Κάπου εκεί είναι που μπαίνουν στην εξίσωση και τα Orks που με μπροστάρη των αμείλικτο Warboss Gorgutz διψούν για αίμα και για να μαζέψουν όσο γίνεται περισσότερο… scrap.
Το Dawn of War III σε επίπεδο σεναρίου δείχνει να ακολουθεί την πεπατημένη, αναδεικνύοντας για μία ακόμη φορά τις τρεις factions που κατά γενική ομολογία είναι και οι πιο γνωστές από τον πλούσιο κόσμο του Warhammer 40K (ναι, θα θέλαμε και Tyranids και Chaos Marines, αλλά μετά σε κάποιο μελλοντικό expansion τι θα έχουμε;). Η μεγάλη διαφορά σε σύγκριση με άλλα real-time strategy είναι ότι το single-player campaign ακολουθεί μία εναλλάξ λογική στη ροή των αποστολών, όπου στην μία αποστολή ελέγχετε τους Space Marines, στην επόμενη τα Orks και στο τέλος του Eldar (για να επιστρέψετε μετά τους Eldar ξανά στους Space Marines). Με αυτό τον τρόπο η εξέλιξη της ιστορίας παρουσιάζεται παράλληλα (μέσα από 17 missions συνολικά) και σίγουρα αποτελεί ένα έξυπνο τρικ, έτσι ώστε ο gamer να αποκτάει μία πιο σφαιρική εικόνα του σύμπαντος του Warhammer 40K.
Μιλώντας πάντα για το story, οι “βετεράνοι” του σκοτεινού sci-fi σύμπαντος θα αισθανθούν εύκολα “σαν στο σπίτι τους”, αν και δύσκολα μπορούμε να ισχυριστούμε το ίδιο και για εκείνους που δεν έχουν έρθει σε επαφή με τον κόσμο του Warhammer 40K, οι οποίοι αναγκαστικά θα χρειαστούν πολλά “μαθήματα”. Σε γενικές γραμμές, το story έχει τις “στιγμές” του, ωστόσο δεν μπορούμε να πούμε ότι διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας, αν και καταφέρνει να αναπαραστήσει στην εντέλεια το σκοτεινό, αιμοβόρο και ρημαγμένο από τον διαρκή πόλεμο και την αιματοχυσία σύμπαν του Warhammer 40K, μεταδίδοντας στους gamers την ξεχωριστή εκείνη dark ατμόσφαιρα που αποτελεί άλλωστε το “σήμα κατατεθέν” του.
Damnation is Eternal…
Από τις πρώτες μας στιγμές στο παιχνίδι, μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε ότι οι developers της Relic αυτό που έκαναν ήταν πάρουν όλα τα στοιχεία του gameplay του πρώτου και του δεύτερου παιχνιδιού της σειράς και να τα ενώσουν σε ένα άκρως απολαυστικό αποτέλεσμα. Στο μπλέντερ έχει προστεθεί το κλασικό base-building και resource management, ο “personal-based” και “tactical strategy” προσανατολισμός (Hero και Elite units), με τη συνταγή επίσης να φέρει και στοιχεία από τον κόσμο των MOBA games. Το “μείγμα” (αν και ομολογουμένως ριψοκίνδυνο) αποδεικνύεται πετυχημένο και άκρως διασκεδαστικό, αν και υπάρχει ένα στάνταρ pattern που ακολουθείται και τα πράγματα είναι σχετικά απλά. Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, οι gamers καλούνται να πλαισιώσουν τις Elite Units τους (είτε πρόκειται για κάποιο squad, είτε για μία Hero unit) με στρατεύματα και να ορμήσουν στην μάχη με στόχο να φέρουν εις πέρας μία σειρά από objectives, αλλά κυρίως να αφανίσουν κάθε εχθρική αντίσταση.
Οι developers της Relic έχουν κάνει πραγματικά εξαιρετική δουλειά στο να εισαγάγουν στο Dawn of War III το στοιχείο της διαφορετικότητας, καθώς κάθε faction συμπεριφέρεται διαφορετικά στο πεδίο της μάχης, εστιάζοντας στην ποικιλομορφία και ακολουθώντας την παραδοσιακή λογική του “rock-paper-scissors”. Εκεί βρίσκεται κατά την άποψη μας και όλη η μαγεία του Dawn of War III, καθώς είναι εμφανές ότι είναι ένα στοιχείο που χαρίζει την αίσθηση της μοναδικότητας στον παίκτη, κάνοντας τον να θέλει να εξερευνήσει κάθε faction σπιθαμή προς σπιθαμή. Οι Space Marines για παράδειγμα μπορεί να είναι αργοί στο κτίσιμο ενός ικανού στρατού, αλλά μόλις αυξήσουν τους αριθμούς τους μπορούν να συνθλίψουν οποιαδήποτε αντίσταση, από την άλλη οι Eldar δείχνουν πιο “ντελικάτοι” και είναι ιδανικοί για hit-and-run επιθέσεις και τέλος τα Orks είναι μία… κατηγορία από μόνοι τους, καθώς μπορεί να μοιάζουν brainless μαζεύοντας ότι σαβούρα βρίσκουν για να τροφοδοτήσουν το στρατό τους, αλλά όταν βροντοφωνάξουν με οργή το WAAAAAAGH!!! τους, τότε καλό είναι να έχετε ήδη προετοιμάσει καλά τις άμυνες σας από πριν γιατί οι μανιασμένες ορδές των αδηφάγων Orks δεν θα σταματήσουν πραγματικά πουθενά μέχρι να τα κάνουν όλα… λίμπα.
Όπως προαναφέραμε το base building επιστρέφει στο DoW III, καθώς αποτέλεσε ένα στοιχείο του gameplay που έλειψε από το δεύτερο game της σειράς. Εδώ δίνεται αρκετή βάση σε αυτό, όπου όσο θα εξελίσσεστε στο παιχνίδι τόσο πιο πολύ θα πρέπει να δίνετε προσοχή στα κτίρια της βάσης σας που παραδοσιακά θα σας προσφέρουν πρόσβαση όχι μόνο σε νέες μονάδες, αλλά και σε μία σειρά από upgrades. Εκτός όμως από το base-building, η tactical (και σωστή) διαχείριση των Elite units σας, σίγουρα απαιτεί από εσάς μεγάλη προσοχή και ξεχωριστή μαεστρία. Αναμφίβολα, η ύπαρξη του μπόλικου (και ενίοτε σχολαστικού) micromanagement ίσως να κουράσει κάποιους gamers που ίσως να επιθυμούσαν κάτι πιο ξέγνοιαστο και ξεκούραστο, αλλά όσοι καταφέρουν να δαμάσουν την υπερβολική διαχείριση παραμέτρων που υπάρχουν στο Warhammer 40K: DoW III, τότε θα το απολαύσουν στο 100%.
Σε ότι αφορά τις μάχες συνολικά, δε γίνεται να μην σταθούμε στο epic scale και στον massive χαρακτήρα τους που θα πείσουν σίγουρα ακόμη και τους πιο δύσπιστους. Όταν μάλιστα συναντιόνται πολλές μονάδες, τότε επικρατεί πραγματικός πανικός που σε πολλές περιπτώσεις δεν ξέρεις από που σου έρχονται τα εχθρικά πυρά, για αυτό και θα πρέπει να είστε on alert συνέχεια. H Α.Ι. από την πλευρά της είναι “δασκαλεμένη” με τέτοιο τρόπο ώστε να εφαρμόζει διαφορετικές στρατηγικές στο πεδίο της μάχης, ενώ οι χάρτες είναι αρκετά μεγάλοι και πλούσιοι (στο single play campaign συνήθως ξεκλειδώνουν και μεγαλώνουν όσο φέρνετε εις πέρας τα objectives της εκάστοτε αποστολής). Ένα ιδιαίτερο στοιχείο του gameplay είναι ότι οι developers βρήκαν έναν έξυπνο τρόπο για να διατηρούν συνεχώς το ενδιαφέρον αμείωτο, καθώς στα πρώτα βήματα που κτίζετε τον στρατό σας, το παιχνίδι σας δίνει ένα δυνατό boost, ωστόσο στην πορεία η δυνατότητα σας να εξοπλίζετε και να επανδρώνετε το στράτευμα σας με νέες μονάδες “ελαττώνεται” με προοδευτικό τρόπο. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι κάθε φορά που είτε εσείς ή ο αντίπαλος σας βρίσκεται στα σχοινιά, υπάρχει η δυνατότητα του comeback και της γρήγορης ανάκαμψης. H προοπτική αυτή της επιστροφής (ακόμη και εκεί που νομίζεις ότι όλα έχουν τελειώσει) ενδυναμώνει το στοιχείο του απρόβλεπτου και της ανατροπής, χαρακτηριστικό που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον από το πρώτο μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο.
Cleanse, Purge, KILL!
Ένα από τα σημαντικότερα δομικά συστατικά της εμπειρίας που προσφέρει το Dawn of War III είναι φυσικά και το multiplayer, με την Relic να δίνει ιδιαίτερη προσοχή στον συγκεκριμένο τομέα. Το παιχνίδι σας δίνει τη δυνατότητα για 1v1, 2v2 και 3v3 matches, τα οποία διακρίνονται για τον καταιγιστικό ρυθμό τους και για την καθαρή ανόθευτη δράση, μεταδίδοντας το feeling πολλών MOBA games, καθώς οι επιρροές από τον συγκεκριμένο τύπο παιχνιδιών, είναι κάτι παραπάνω από εμφανείς. Και στο multiplayer κομβικής σημασίας είναι η ορθή χρήση των elite units που είναι σχεδιασμένες για να βγάζουν τα κάστανα από τη φωτιά και που ουσιαστικά στο multiplayer μπορούν να ξεδιπλώσουν καλύτερα το ταλέντο τους. Είναι περιττό να τονίσουμε τον πραγματικό πανζουρλισμό που επικρατεί στις οθόνες σας όταν 6 παρατάξεις διασταυρώνουν τα πυρά τους, με την μάχη να βγάζει μία απίστευτη ένταση που αν μη τι άλλο απεικονίζει την τρέλα του Warhammer σε όλο της το μεγαλείο.
Φτάνοντας στα τεχνικά, εδώ δεν γίνεται να μην εκθειάσουμε τα εξαιρετικά visuals, όπου η Relic έδωσε απίστευτη έμφαση στη λεπτομέρεια (μόλις κάνετε zoom in στο πεδίο της μάχης και παρατηρήσετε τις μονάδες μία προς μία θα καταλάβετε τι εννοούμε), με εντυπωσιακά graphics effects και physics δεν χρειάζεται να τονίζουμε ότι η μηχανή γραφικών κάνει άριστα τη δουλειά της. Στα ίδια υψηλά ποιοτικά στάνταρ βαδίζει όμως και η ηχητική και η μουσική επένδυση, με το εκπληκτικά πεντακάθαρο voice-acting να κλέβει την παράσταση (η βρετανική accent των Orks είναι όλα τα λεφτά). Μοναδικές ίσως παρατυπίες είναι η απόκριση του user interface και η κάμερα που με τις γωνίες που παίρνει σε ορισμένες περιπτώσεις δεν βοηθάει στην καλύτερη εποπτεία του πεδίου της μάχης. Σε αυτό το σημείο αξίζει να τονίσουμε ότι η Relic έχει κάνει εξαιρετική δουλειά έτσι ώστε το παιχνίδι να είναι optimized και να τρέχει με άνεση (αλλά με ορισμένες λογικές “θυσίες”) ακόμη και συστήματα που έχουν συμπληρώσει αρκετά χρόνια ζωής.
Only in death does duty end…
H Relic με το Dawn of War III κατάφερε να μην μας απογοητεύσει (αλλά να μας “γοητεύσει¨ακόμη περισσότερο), δημιουργώντας ένα αξιοπρεπές sequel που ενσωματώνει με αριστοτεχνικό τρόπο τα δομικά στοιχεία των δύο προηγούμενων προγόνων του. Ο ξεχωριστός κόσμος του Warhammer 40K αποτυπώνεται στην εντέλεια σε ένα ακόμη DoW game και το τελικό αποτέλεσμα (παρά τις όποιες αδυναμίες του) θα τραβήξει σαν τον μαγνήτη τους fans των παιχνιδιών στρατηγικής. Εάν σας αρέσουν τα RTS, το μόνο σίγουρο είναι ότι το Dawn of War III δε γίνεται να απουσιάζει από τη συλλογή σας…
Ανάπτυξη: Relic Έκδοση:SEGA Διάθεση: Zegetron
The Good
- Μεγάλη ποικιλομορφία . Ξεχωριστή ατμόσφαιρα . Visuals και ηχητική επένδυση . Συνδυάζει με άψογο τρόπο στοιχεία των δύο προηγούμενων Dawn of War
The Bad
- Αδύναμο και προβλεπόμενο story . Κάμερα . User Interface . To Micromanagement μπορεί να προβληματίσει
-
ΓΡΑΦΙΚΑ
-
ΗΧΟΣ
-
GAMEPLAY
-
ΑΝΤΟΧΗ