H fanbase του Resident Evil είναι πραγματικά τεράστια, καθώς από το 1996 που κυκλοφόρησε το πρώτο game της σειράς μέχρι σήμερα, ο αριθμός των Resident games που έχουν πουληθεί, αγγίζει τα 95 εκατ. games! Πολλές φορές όμως μεγάλη fanbase σημαίνει και… «απαιτητική» fanbase και αυτό είναι κάτι που το γνωρίζει πάρα πολύ καλά η Capcom, για αυτό και οποιοδήποτε νέο Resident είναι καταδικασμένο να ακολουθεί υψηλά στάνταρ ποιότητας, είτε πρόκειται για ένα remake (όπως το Resident Evil 2), είτε για ένα sequel (όπως το Resident Evil 7 Biohazard). Φυσικά, μέσα στα χρόνια η σειρά μεταβλήθηκε, άλλαξε χαρακτήρα και από το πιο αυστηρό survival horror πλαίσιο αγκάλιασε περισσότερο τα action elements, αλλάζοντας ακόμη και τον core μηχανισμό του third-person σε first person (με το Resident Evil 7). Αυτό είναι λογικό, καθώς κανείς δεν μπορεί να μείνει «στάσιμος» στο πέρασμα του χρόνου (και σίγουρα 24 χρόνια μετά το πρώτο Resident αποτελούν… «αιώνες» για τον κόσμο του gaming).
Έτσι λοιπόν η Capcom τα τελευταία χρόνια υιοθετεί μια τακτική, όπου επιχειρεί να συνενώσει το παλιό με το νέο, φέρνοντας πιο κοντά τόσο τους πιο νέους gamers όσο και τους «βετεράνους» της σειράς. Για αυτό και τα remakes των τελευταίων ετών «υπηρετούν» την προαναφερθείσα προσέγγιση, φυτεύοντας παράλληλα το σπόρο της ανανέωσης. Με αποκορύφωμα το εκπληκτικό περσινό Resident Evil 2, τώρα είναι η στιγμή του Resident Evil 3 για να ξυπνήσει παλιά debates και να εγείρει συζητήσεις ανάμεσα στους fans… Leon, Claire Redfield και Tyrant Mr. X ή μήπως Jill Valentine, Carlos και Nemesis;
Meet your… Nemesis!
To Resident Evil 3 Remake πρόκειται ουσιαστικά για την σύγχρονη μεταφορά του Resident Evil 3: Nemesis, το οποίο κυκλοφόρησε το 1999-2000 σε PlayStation, DreamCast, GameCube και Windows PC. Σε περίπτωση βέβαια που είχα ασχοληθεί μαζί του πριν από 20 χρόνια, τότε θα γνωρίζετε πολύ καλά το story του, το οποίο φυσικά δεν διαφέρει πολύ και από το δεύτερο παιχνίδι της σειράς, καθώς το επίκεντρο είναι και πάλι η Raccoon City.
O διαβόητος ιός T-Virus έχει ξεφύγει από τα εργαστήρια της Umbrella Corporation και η μικρή αμερικανική πόλη έχει αρχίσει να γεμίζει με στρατιές από zombies που καταβροχθίζουν και τους ελάχιστους ζωντανούς κατοίκους. Η κατάσταση είναι δραματική και οι λιγοστοί επιζώντες ψάχνουν τρόπους για να δραπετεύσουν από τη Raccoon City. Εν μέσω λοιπόν της Zombie apocalypse, οι gamers αναλαμβάνουν το ρόλο της Jill Valentine, μιας σκληροτράχηλης αστυνομικού που ανήκει στην ειδική μονάδα S.TA.R.S (Special Tactics and Rescue Service), η οποία εδώ και χρόνια διερευνά τη παράνομη δραστηριότητα της Umbrella και τη διασύνδεση της με τα τρέχοντα γεγονότα. Αυτό είναι και το «λάθος» της, καθώς οι ανώτεροι αξιωματούχοι της Umbrella δεν θέλουν κανέναν να μπλέκει στα πόδια τους, για αυτό και εξαπολύουν εναντίον της τον Nemesis, ένα πλάσμα που έχει ξεπηδήσει από τους χειρότερους εφιάλτες (και κάνει τον Mr. X του Resident 2 να μοιάζει με μια απλή καθημερινή βόλτα στο πάρκο) για να την βγάλει από τη μέση. Μέσα στο πανικό η Jill θα έρθει σε επαφή με τον μισθοφόρο Carlos Oliveira, μέλος της ομάδας U.B.C.S (Umbrella Biohazard Countermeasure Service) και μαζί θα επιχειρήσουν να επιβιώσουν από άπειρα zombies, προδοσίες και φυσικά τον Nemesis που είναι πραγματικά… ασταμάτητος!
Το core gameplay του Resident Evil 3 δεν διαφοροποιείται σε μεγάλο βαθμό από τα προηγούμενα games της σειράς, καθώς ακολουθώντας μια κλασική old-school προοπτική τρίτου προσώπου, οι ήρωες καλούνται να επιβιώσουν φέρνοντας εις πέρας μια σειρά από puzzles. Το παιχνίδι είναι ομολογουμένως αρκετά linear, ενδεχομένως περισσότερο linear από το περσινό Resident Evil 2, εστιάζοντας κυρίως στην κινηματογραφική πλοκή και στα encounters με τον Nemesis και αναμφίβολα οι βετεράνοι της σειράς γρήγορα θα βρεθούν σε ένα αρκετά γνώριμο περιβάλλον. Παρόλα αυτά, οι πιο παρατηρητικοί δεν θα αργήσουν να διαπιστώσουν σημαντικές αλλαγές ανάμεσα στα δύο remakes. Στο Resident 2 του 2019 υπήρχαν δύο campaigns, μία με τον Leon και μία με την Claire, πράγμα που σήμαινε μεγαλύτερο replayability, ενώ στην περίπτωση του φετινού τίτλου οι παίκτες καλούνται να τα βγάλουν εις πέρας μόνο με τους δύο ήρωες (Jill και Carlos) σε ένα campaign. Ως εκ τούτου, η συνολική διάρκεια του παιχνιδιού είναι μικρή, καθώς δυσκολεύεται να ξεπεράσει τις 6 με 8 ώρες (οι speed runners θα το ξεπετάξουν ακόμη πιο γρήγορα). Επιπλέον, μια σημαντική διαφορά είναι ότι εδώ ο τομέας της εξερεύνησης και της επίλυσης γρίφων έχει υποχωρήσει σημαντικά, δίνοντας τη θέση του σε ένα πιο action-oriented gameplay. Για αυτό λοιπόν τα puzzles είναι εμφανώς πιο εύκολα, με το Resident 3 να ωθεί πιο πολύ τον παίκτη στο να βγάλει απλά το επίπεδο για να προχωρήσει στο story, παρά να συνεχίσει να εξερευνάει διαρκώς, επιστρέφοντας σε σημεία που είχε αφήσει «ανεκμετάλλευτα». Παράλληλα, ο μηχανισμός «dodge» είναι και αυτός ένας παράγοντας που υποδηλώνει τον πιο action προσανατολισμό του παιχνιδιού.
Φυσικά, εν αντιθέσει με το Resident Evil 2, πέραν των δύο κεντρικών ηρώων όλοι οι προβολείς πέφτουν πάνω στον τρομακτικό Nemesis. Όπως και στο αρχικό game που κυκλοφόρησε πριν από 20 χρόνια, ο Nemesis είναι απίστευτα τρομακτικός και συγχρόνως πονηρός και πανέξυπνος και ακόμη χειρότερα… ξέρει να χειρίζεται υψηλής τεχνολογίας όπλα. Σε όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού πάντοτε έχει τους τρόπους να εμφανίζεται από εκεί που τον περιμένεις, ενώ τα encounters ανάμεσα στην Jill και σε αυτόν κόβουν την ανάσα. Οι αναμετρήσεις απέναντι του είναι γοητευτικά «εξαντλητικές», με το theme της γάτας εναντίον του ποντικού να έχει πάντοτε τον παίκτη στριμωγμένο στα σχοινιά. Θα τον δείτε να σπάει τοίχους, να πέφτει από μεγάλα ύψη, να σας μαζεύει με τα πλοκάμια του και να εξαπολύει εναντίον σας τηλεκατευθυνόμενους πυραύλους. Αν και οι στιγμές απέναντι στον Nemesis είναι σούπερ διασκεδαστικές, ωστόσο οφείλουμε να τονίσουμε πως είναι καθοδηγούμενες και scripted, χωρίς να δημιουργούν την αίσθηση της τυχαιότητας που σίγουρα θα έβαζε τον πήχη ακόμη πιο ψηλά. Παρόλα αυτά, δεν θα απογοητευτείτε και θα διασκεδάσετε και με το παραπάνω!
Extreme makeover και… Multiplayer!
Κοιτάζοντας πιο προσεκτικά τη δουλειά που έχουν κάνει οι developers της Capcom και κάνοντας τη σύγκριση με το Resident Evil 2 του 2019, θα μπορούσε κάλλιστα να υποθέσει κανείς ότι τα δύο games αναπτύχθηκαν δίπλα – δίπλα. Πολλά στοιχεία από το menu, τον χειρισμό και το inventory ακολουθούν τον ίδιο σχεδιασμό, ωστόσο σε σύγκριση με το αρχικό Resident Evil 3, εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα τελείως διαφορετικό game. Όλες οι περιοχές έχουν επανασχεδιαστεί και αναβαθμιστεί, όπως επίσης και τα περισσότερα puzzles, ενώ την ίδια «αντιμετώπιση» έχουμε και στο story όπου πολλά σημεία έχουν γραφτεί ξανά και έχουν προστεθεί πρωταγωνιστές που δεν υπήρχαν στο παρελθόν (μην ξεχνάμε και τις τεχνολογικές ελλείψεις που υπήρχαν πριν από δύο δεκαετίες). Ουσιαστικά έχουμε να κάνουμε με ένα extreme makeover του παιχνιδιού και πραγματικά η Capcom έχει κάνει εξαιρετική δουλειά στο να φέρει στο σήμερα το reimagining του αρχικού παιχνιδιού.
Για αυτό και ο τεχνικός τομέας απλώς δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης σε ότι έχει να κάνει με την υψηλή ποιότητα του. Η κινηματογραφική πλοκή σε συνδυασμό με την «heavy» σκοτεινή ατμόσφαιρα που μυρίζει σάπια σάρκα από χιλιόμετρα μακριά και προκαλεί ανατριχίλες, ενώ το περιβάλλον ξεχειλίζει από εκπληκτική λεπτομέρεια. Το ίδιο ισχύει και με τα μοντέλα των χαρακτήρων, αλλά και με την εκπληκτική κίνηση, όπου τα πάντα είναι smooth στα 60 fps. Από το ξεχωριστό artistic στυλ μέχρι τα special effects, δεν υπάρχει σπιθαμή του παιχνιδιού που να μην είναι προσεγμένη και να εκπέμπει το μοναδικό σκοτεινό feeling που είναι σήμα κατατεθέν όλων των Resident Evil games. Δεν υπάρχει στιγμή που να μην νιώθεις την ένταση και την καυτή ανάσα των zombies στον σβέρκο σου. Σε αυτό συμβάλλει επίσης η εξαιρετική δουλειά που έχει γίνει στον τομέα της ηχητικής και μουσικής επένδυσης. Ακόμη και εάν έχεις ξεμπερδέψει από μια περιοχή και αισθάνεσαι ασφαλής, η μουσική είναι εκεί για να σου υπενθυμίσει ότι η zombie – apocalypse δεν σε «ξέχασε». Επιπλέον, πολύ καλή δουλειά έχει γίνει και στους διαλόγους μεταξύ των χαρακτήρων, οι οποίοι φανερώνουν την ένταση και φέρνουν στο επίκεντρο την ανθρώπινη διάσταση, αλλά και τον διαρκή αγώνα για επιβίωση.
Τo remake του Resident Evil 3 δεν έχει να προσφέρει πολλά αφού θα ολοκληρώσετε το single player campaign (παρά μόνο ορισμένα πιο δύσκολα modes), ωστόσο εδώ η Capcom έκανε μια καλή «ντρίμπλα», προσθέτοντας στην εξίσωση το Resistance, ένα stand-alone multiplayer mode, το οποίο αν μη τι άλλο δίνει added value στο συνολικό πακέτο του τελευταίου Resident. Στο εν λόγω multiplayer mode 4 survivors αναμετριόνται ενάντια σε έναν mastermind, ο οποίος ουσιαστικά είναι εκείνος που θέτει τους κανόνες του παιχνιδιού, τοποθετώντας παγίδες, zombies και συχνά – πυκνά κάποιο μεγάλο και επικίνδυνο mini-boss monster. Παράλληλα, ο Mastermind δύναται να ελέγξει κάθε σημείο του επιπέδου, χρησιμοποιώντας κάμερες παρακολούθησης, πόρτες ασφαλείας και turrets. Οι δε survivors από την μεριά τους διαθέτουν μια σειρά από διαφορετικά abilities, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιήσουν στη μάχη για επιβίωση. Κάποιοι για παράδειγμα έχουν δυνατότητες support class και κάποιοι άλλοι είναι πιο έτοιμοι για μάχη.
Ουσιαστικά το concept είναι η απόδραση της ομάδας σας, μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό όριο. Κάθε φορά που οι survivors απαλλάσσονται από την «ενοχλητική» παρουσία ενός zombie προσθέτουν κόκκους άμμου στην κλεψύδρα που αδειάζει συνεχώς, ενώ εάν χτυπηθούν ή σκοτωθούν, τότε χάνουν δευτερόλεπτα. Στον πυρήνα του gameplay του Resistance βρίσκεται μια co-op εμπειρία παιχνιδιού, που προσφέρει καλό ρυθμό και η οποία δίνει μεγαλύτερη έμφαση στις στρατηγικές «tactical» επιλογές κάθε παίκτη. To τελικό αποτέλεσμα φανερώνει ότι κάθε επιλογή μετράει και μπορεί να σε οδηγήσει είτε στη σωτηρία, είτε στον αφανισμό. Αν και δεν διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας, αποτελεί μια ευχάριστη νότα διαφορετικότητας σε σχέση με το single player κομμάτι του Resident 3.
Less Brain… More Fun!
Ολοκληρώνοντας, το remake του Resident Evil 3 (βγάζοντας απέξω το Multiplayer) είναι λιγότερο «εγκεφαλικό» σε σύγκριση με το Resident Evil 2, αλλά προσφέρει μέσα από τη δική του οπτική γωνία μοναδικές στιγμές διασκέδασης και jump scares με τον Nemesis που κόβουν την ανάσα. Ενδεχομένως να υπάρξουν επικά flame wars ανάμεσα στους fans για το ποιο από τα δύο remakes είναι καλύτερο και πιο άρτια σχεδιασμένο, ωστόσο κατά γενική ομολογία το νέο Resident έχει τα χαρακτηριστικά μίας κλασικής και πετυχημένης popcorn action movie, η οποία μπορεί να είναι super fun και να ξεχειλίζει από καταιγιστική δράση… αλλά κρατάει λίγο! Πάντως, το Resident Evil 3 Remake δεν γίνεται να λείπει από τη συλλογή κανενός φίλου της θρυλικής σειράς που σέβεται τον εαυτό του.
Ανάπτυξη: Capcom Έκδοση: Capcom Διάθεση: CD Media
The Good
- Dark "Heavy" ατμόσφαιρα . Εκπληκτικός τεχνικός τομέας (visual & audio) . O πανούργος Nemesis . Το ενδιαφέρον Resistance multiplayer
The Bad
- Μικρό σε διάρκεια . Υπερβολικά Linear . To replayability "ασθμαίνει" στο Single Player Campaign . Παντελής έλλειψη "randomized" κινήσεων του Nemesis
-
ΓΡΑΦΙΚΑ
-
ΗΧΟΣ
-
GAMEPLAY
-
ΑΝΤΟΧΗ