Ας κάνουμε ένα ταξίδι πίσω στο χρόνο… Πριν από περίπου 3 δεκαετίες, στα τέλη της δεκαετίας του ’80 η μορφή των PCs δεν είχε καμία απολύτως σχέση με την εικόνα που έχει σήμερα. Τα επαγγελματικά αυτά μηχανήματα ήταν ογκώδη, δεν διέθεταν λειτουργικό σύστημα (παρά μόνο command prompt), συνήθως δέχονταν δισκέτες των 5 ½ ή 3 ½ ιντσών και τα χρώματα που απεικόνιζαν ήταν μια εναλλαγή του γκρι με το πράσινο. Όσον αφορά τον ήχο; Εκεί, το μόνο που μπορούσε να ακούσει ο χρήστης ήταν ακατανόητα beeps από ένα μικροσκοπικό μεγαφωνάκι που υπήρχε στο εσωτερικό του case.
Ωστόσο, σταδιακά η προαναφερθείσα εικόνα άρχισε να αλλάζει, με το PC να αποκτάει τον χαρακτήρα ενός πολυμηχανήματος που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί εκτός από δουλειά και αρχειοθέτηση και για entertainment λόγους (όπως το gaming ή η αναπαραγωγή πολυμέσων). Για να φτάσουμε όμως στη δημιουργία του multimedia PC μεσολάβησαν πολλά και σίγουρα η Creative με την οικογένεια καρτών ήχου Sound Blaster, έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο η οποία, αλλάζοντας για πάντα τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον ήχο στον κόσμο των PC…
Let there be… sound!
O ήχος θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί ως η «αχίλλειος πτέρνα» των PCs της εποχής. Μπορεί η Amiga ή ο Atari ST να είχαν ήδη παρουσιάσει πολύ πιο ανεπτυγμένα και (dedicated) chipset ήχου, παρόλα αυτά τα PC στον συγκεκριμένο τομέα, έμοιαζαν περισσότερο ως το φτωχό συγγενή. Τη λύση ήρθε να δώσει η Creative, μια μικρή εταιρεία από την μακρινή Σιγκαπούρη, η οποία μέσω του CEO της, Sim Wong Hoo, διαμόρφωσε την εικόνα των PC sound cards. Η Creative ξεκίνησε τη λειτουργία της το 1981 και παρόλο που το όραμα του ιδρυτή της ήταν η εισαγωγή του ήχου στον «βουβό» κόσμο των PCs, το πρώτο της δημιούργημα (5 χρόνια αργότερα – το 1986) ήταν ο Cubic CT, ένας προσωπικός υπολογιστής ο οποίος ήταν μοναδικός στο είδος του, καθώς συνδύαζε ηχητικές και μουσικές δυνατότητες (πολύ καιρό πριν ο όρος «multimedia» εμφανιστεί καν στο προσκήνιο).
Ο ιθύνων νους της Creative διαπίστωσε γρήγορα ότι ήταν πολύ δύσκολο να προωθηθεί ένα σύστημα όπως ο Cubic CT σε μια κλειστή αγορά, όπως της Σιγκαπούρης, για αυτό κι έπρεπε να στρέψουν αλλού το ενδιαφέρον τους. Κάπως έτσι έπεσε στο τραπέζι η δημιουργία ενός εξελιγμένου μουσικού software για τα δεδομένα της εποχής, του Intelligent Organ, το οποίο θα έδινε τη δυνατότητα στον χρήστη του να δημιουργήσει μουσική ορχηστρικού τύπου, πατώντας απλώς τα πλήκτρα στο πληκτρολογίου του (μετατρέποντας ουσιαστικά το keyboard του σε ένα virtual synthesizer). Το εν λόγω software συνοδευόταν από μια ειδική κάρτα ήχου, η οποία προσέφερε 12 φωνές και δύο (stereo) κανάλια ήχου. Η Creative λανσάρισε την κάρτα ήχου μαζί με το ειδικό μουσικό software σε ένα ειδικό bundle κι έτσι «γεννήθηκε» το Creative Music System. Η συγκεκριμένη κάρτα έμελλε να αποτελέσει ουσιαστικά τον «παππού» της πρώτης Sound Blaster που παρουσιάστηκε λίγα χρόνια αργότερα.
Το 1988, η Creative ήταν έτοιμη να πραγματοποιήσει ένα ριψοκίνδυνο άλμα στην αγορά των H.Π.Α (κάτι τέτοιο απαιτούσε τόλμη από τη στιγμή που μιλούσαμε για μια μικρή κι άγνωστη εταιρεία από τη νοτιανατολική Ασία). Πολλοί ήταν εκείνοι που πόνταραν στην αποτυχία του εν λόγω εγχειρήματος, καθώς η Creative δεν διέθετε τους απαιτούμενους πόρους για να μπορέσει να σταθεί επάξια σε μία τόσο απαιτητική αγορά όπως ήταν η αμερικανική. Η ιστορία όμως τελικά διέψευσε όλους εκείνους που πίστευαν ότι η Creative δεν θα τα κατάφερνε… Στην ανάπτυξη της Creative, έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο και η «δίψα» που είχαν οι game developers στο να βελτιώσουν τον ήχο των PC games, που εκείνη την εποχή έκαναν τα πρώτα δειλά τους βήματα. Οι υπεύθυνοι λοιπόν της Creative βλέποντας τις συνθήκες που είχαν αρχίσει να διαμορφώνονται στο PC gaming, έστρεψαν άμεσα τα βέλη τους προς τη συγκεκριμένη αγορά. Η κίνηση τους ήταν απλή, καθώς άλλαξαν το branding της κάρτας ήχου που είχαν δημιουργήσει και την βάπτισαν «Game Blaster», ρίχνοντας παράλληλα την τιμή της στο μισό, σε μια προσπάθεια να κεντρίσουν το ενδιαφέρον των εταιρειών ανάπτυξης. Οι πρώτες συμφωνίες δεν άργησαν να έρθουν, με την Broderbund Software (Carmen Sandiego series, Prince of Persia κ.ά) να ζητάει από την Creative την ανάπτυξη μιας voice-enabled κάρτας ήχου. Μέσα σε λίγες εβδομάδες γεννήθηκε η «Killer Card» (όπως την ονόμασαν οι δημιουργοί της), η οποία στη συνέχεια μετονομάστηκε στη γνωστή σε όλους μας Sound Blaster.
H Sound Blaster έκανε το ντεμπούτο της το Νοέμβριο του 1989 στην έκθεση Comdex στο Las Vegas και η φήμη που την συνόδευε ήταν τόσο μεγάλη που στο λιγοστών τετραγωνικών booth της άρχισαν να συνωστίζονται εκατοντάδες επισκέπτες. Όλοι ήθελαν να δοκιμάσουν την εξελιγμένη πρόταση της Creative στον τομέα του PC audio και υπολογίζεται ότι τις μέρες της έκθεσης, η Creative πουλούσε μία Sound Blaster κάθε 4 λεπτά! Εκείνο το Νοέμβριο, ακόμη και ο Michael Jackson έκανε το πέρασμά του από το booth της εταιρείας κι έμεινε πραγματικά έκπληκτος από τις εντυπωσιακές ηχητικές δυνατότητες της πρώτης Sound Blaster!
Στην κορυφή και ακόμη… παραπέρα!
H Sound Blaster 1.0 προσέφερε 8-bit Mono ήχο και αριθμούσε περίπου 100.000 τρανζίστορ! Μέσω των ειδικών υποδοχών της επέτρεπε στους χρήστες να συνδέουν και άλλα περιφερειακά, δίνοντας τη δυνατότητα στους χρήστες για audio recording, αλλά και τη δημιουργία των δικών τους μουσικών συνθέσεων. Το 1990 ήταν η στιγμή της «βελτιωμένης» Sound Blaster Pro, η οποία προσέφερε 8-bit stereo και δεν άργησε να γίνει η «αγαπημένη» κάρτα ήχου των PC gamers της εποχής, κατοικώντας στο εσωτερικό εκατομμυρίων PCs σε ολόκληρο τον κόσμο. Μάλιστα, η Microsoft προσέφερε τα Windows 3.1 με ειδικούς audio drivers για την Sound Blaster Pro. Η έλευση των καρτών ήχου της Creative προσέφερε ένα σημαντικό boost στην καθιέρωση του “Multimedia PC”, ενός συστήματος που διέθετε CD-R0M Drive και εξωτερικά ηχεία. Το 1992 είχαν πλέον ωριμάσει οι συνθήκες για να περάσουν τα PC στην εποχή του 16-bit ήχου, με την Sound Blaster 16 να προσφέρει εντυπωσιακό στερεοφωνικό ήχο για τα δεδομένα της εποχής, φτάνοντας σε ποιότητα τα audio CDs (16-bit/44.1 KHz) που τότε είχαν αρχίσει να γίνονται το νέο τεχνολογικό trend.
Ξεπερνώντας τις προτάσεις των ESS και Adlib, η Creative μέσα σε σχεδόν 5 χρόνια είχε ήδη καταφέρει να κατακτήσει το μεγαλύτερο κομμάτι της αγοράς στον κόσμο του PC audio hardware. Μοιραία λοιπόν τα επόμενα βήματα εξέλιξης μέσα στα 90s έγιναν με… αλματώδης ρυθμούς. Το 1994, η Creative ανέβασε τον πήχη ακόμη πιο ψηλά με την AWE32, η οποία είχε έναν πιο «επαγγελματικό» προσανατολισμό. Με περισσότερα από 500.000 τρανζίστορ δεν άργησε να αποτελέσει μια κάρτα ήχου που θα λάτρευε ο επαγγελματίας της εποχής που ήθελε να συνθέσει σε MIDI format.
Η AWE64 που την διαδέχθηκε δύο χρόνια αργότερα, έφερε 64 φωνές και παραγόμενο ήχο που άγγιζε τα 90dB μετατρέποντας ουσιαστικά το PC σε ένα μίνι Hi-Fi με υψηλή ποιότητα ήχου. Το 1998 η Creative παρουσίασε στον κόσμο της τεχνολογίας, την Sound Blaster Live!, μία κάρτα ήχου που θεωρήθηκε ότι άλλαζε και πάλι τους κανόνες του παιχνιδιού. Χρησιμοποιώντας τη δύναμη ενός πανίσχυρου PCI audio chip και με τη βοήθεια του EMU10K1 APU (Audio Processing Unit), το μικρό τεχνολογικό θαύμα των 2 εκατομμυρίων τρανζίστορ άφηνε τον ανταγωνισμό έτη φωτός πίσω, σε σημείο που η Creative να παίζει χωρίς αντίπαλο. Λίγο πριν να εκπνεύσει η τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα, η εταιρεία από την Σιγκαπούρη είχε ήδη καταφέρει να πουλήσει περισσότερες από 100 εκατομμύρια sound cards.
Η αυγή της νέας χιλιετίας και η σταδιακή μετατροπή του PC σε ένα πλήρως ισχυρό «entertainment machine» σε συνδυασμό με την ανάπτυξη του DVD έφερε το 2000 στο προσκήνιο την Sound Blaster Live!, η οποία προσέφερε surround ήχο 5.1, ενώ η «διάδοχος» της, ονόματι Audigy που λανσαρίστηκε ένα χρόνο πιο μετά προσέφερε 24-bit Advanced HD ήχο, αποτελώντας την «must-have» κάρτα ήχου για τους σοβαρούς επαγγελματίες στον ήχο. Το 2005 ένα ακόμη εντυπωσιακό προϊόν ήρθε να προστεθεί στην τεράστια γκάμα των Sound Blaster, με την X-Fi να αποτελεί ένα μικρό «τερατάκι», καθώς ο ειδικά σχεδιασμένος επεξεργαστής της X-Fi παρήγαγε παραπάνω από 100.000 MIPS υπολογιστικής ισχύος. Εάν αναρωτιέστε σε τι ισοδυναμούσε το παραπάνω νούμερο, ήταν το ίδιο σχεδόν με έναν Intel Pentium 4 CPU χρονισμένο στα 3.6GHz (και αυτό φανταστείτε ήταν μόνο για τη διαχείριση του ήχου). Η X-Fi ήταν η πρώτη κάρτα ήχου που μπορούσε να αναπαραγάγει 128 voices, προσφέροντας έτσι την πιο πιστή αναπαράσταση ενός φυσικού audio περιβάλλοντος.
Λίγο πριν το τέλος της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, η Sound Card όπως την είχαμε γνωρίσει στα 90s ως μια απαραίτητη προσθήκη στο PC αλλάζει «φύση», καθώς πληθαίνουν τα PC motherboards που φέρουν ενσωματωμένη κάρτα ήχου. Φυσικά, η ηχητική ποιότητα που προσέφεραν τα mainboards δεν μπορούσε να συγκριθεί με το επίπεδο μιας dedicated κάρτας ήχου, ωστόσο αυτό ήταν κάτι που άλλαξε τις συνήθειες πολλών PC users. Η Creative, αποδεικνύοντας ότι ήταν πάντοτε μια εταιρεία που συμβάδιζε με την εξέλιξη δεν θα μπορούσε να μείνει αμέτοχη μπροστά σε αυτή την αλλαγή, για αυτό και αποφάσισε να επεκταθεί ακόμη περισσότερο και σε άλλες κατηγορίες προϊόντων ήχου υψηλής τεχνολογίας και… όχι μόνο!
Από το 2012 και μετά, μια νέα γένια εξελιγμένων audio προϊόντων προστέθηκε στο portfolio της γνωστής εταιρείας. Speakers, ακουστικά, DACs, Sound Bars, gaming keyboards και gaming mice άρχισαν να πλαισιώνουν τη γκάμα των sound cards που εξακολουθούσε να μεγαλώνει με νέες προσθήκες. H σειρά Sound Blaster Z που εμφανίστηκε το 2013 και οι μεταγενέστερες και κορυφαίες: Sound BlasterX Pro, Sound Blaster X7, Sound BlasterX AE-5 μας θύμιζαν πάντοτε την ξεχωριστή αυτή «κληρονομιά» της υψηλής ποιότητας και της μοναδικότητας που ανέκαθεν έφερε κάθε προϊόν με το brand της Creative.
Get and… Stay Creative!
Υπολογίζεται ότι στην 30χρονή πορεία της Creative έχουν διατεθεί περισσότερες από 400 εκατομμύρια κάρτες ήχου που ανήκουν στο Sound Blaster brand και παρόλο που η αγορά των καρτών ήχου δεν είναι αυτή που ήταν πριν από περίπου 20 χρόνια, η εξέλιξη για την εταιρεία από την Σιγκαπούρη δεν σταματά. Παρουσιάζοντας τη δεύτερη γενιά του Super X-Fi, ενός εξελιγμένου AI-based software προτύπου ήχου, το οποίο έχει ως κεντρικό άξονα τη δημιουργία της πιο personalized εμπειρίας ήχου που υπάρχει, η Creative εξακολουθεί να ανοίγει το δρόμο για νέα και πιο εξελιγμένα προϊόντα ήχου που συναρπάζουν τους audiophiles. Τελικά, όσα χρόνια κι εάν περάσουν, η Creative θα συνεχίσει να κάνει αυτό που λέει και το όνομα της, θα εξακολουθήσει να «δημιουργεί» και να μας ταξιδεύει διαρκώς σε νέους ακουστικούς και ηχητικούς ορίζοντες, όπως μόνο αυτή γνωρίζει!