Πως μπορείς να αναβιώσεις έναν κλασσικό τίτλο, χωρίς ιδιαίτερες γκρίνιες και παράπονα; Η σύντομη απάντηση είναι ότι δεν μπορείς. Αν επιλέξεις να είσαι απόλυτα προσηλωμένος στο αρχικό όραμα, κινδυνεύεις να κατηγορηθείς σαν κυνικός που στοχεύει στην εξαργύρωση της νοσταλγίας. Στο αντίποδα, αν πέσεις στην παγίδα να ενσωματώσεις οποιονδήποτε νεοτερισμό μάλλον θα σε τοποθετήσουν στην θέση του ασεβή, υπερόπτη developer. Ζόρικη κατάσταση πραγματικά…
Η Bluepoint Games πάντως αν μη τι άλλο δεν έχει τέτοια προβλήματα τόλμης. Ανέλαβε χωρίς φόβο το remaster των ICO/Shadow of the Colossus στο PS3, αργότερα μας έδωσε το «καθαρό» port του Gravity Rush στο PS4, ενώ της εμπιστεύτηκαν μέχρι και το Nathan Drake Collection στο πρόσφατο παρελθόν. Το Remake του Shadow of the Colossus (σ.σ. από εδώ και πέρα για χάριν συντομίας SotC) επομένως αφέθηκε στα κατάλληλα χέρια. Και ολοκληρώνοντας το μετά από 7-8 ώρες παιχνιδιού, κρίνουμε ότι το αριστούργημα του Fumito Ueda δεν θα μπορούσε να χαίρει καλύτερης αντιμετώπισης.
Οι προσθήκες και οι αλλαγές του Remake, αφορούν σχεδόν αποκλειστικά το τεχνικό κομμάτι της υπόθεσης. Το SotC διαθέτει επανασχεδιασμένη μηχανή γραφικών που στοχεύει στον φωτορεαλισμό περισσότερο από ποτέ. Το γρασίδι και η έντονη βλάστηση δίνουν πλέον την αίσθηση ενός πολύ πιο πιστευτού περιβάλλοντος, ενώ το αυξημένο draw distance εντείνει την μελαγχολική απεραντοσύνη του κόσμου. Περιοχές που έδειχναν κενές έχουν εμπλουτιστεί με ενδιαφέρουσες δασικές ή βραχώδεις συνθέσεις, ενώ οι γιγάντιοι κολοσσοί δίνουν ακόμα πιο επιβλητικοί, αφενός λόγω της λεπτομερέστερης ανατομίας από τον αυξημένο αριθμών πολυγώνων, αφετέρου λόγω της εξαιρετικής απόδοσης των υφών. Ειδικά η τριχοφυΐα τους δείχνει σχεδόν πραγματική και παρουσιάζει ακριβή συμπεριφορά όταν τα θηρία κινούνται απότομα.
Εν συντομία, το Shadow of the Colossus εντυπωσιάζει με τον ίδιο τρόπο που μας εντυπωσίασε πριν από περίπου 13 χρόνια: Αχανής, λεπτομερής κόσμος, αληθοφανές animation (ειδικά στην περίπτωση του Agro που παραμένει ακόμα το πιο «ζωντανό», ψηφιακό άλογο που έχουμε δει ποτέ), εξαιρετική καλλιτεχνική διεύθυνση και υπερμεγέθη bosses. Η μοναδική «ανωμαλία» ανάμεσα σε αυτήν την τόσο προσεγμένη δουλειά, βρίσκεται μάλλον στα πρόσωπα του Wander και της Mono. Χάνουν σε λεπτομέρεια και δεν διαθέτουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, αν και αυτό πιθανόν να οφείλεται και σε εικαστική παρέμβαση.
Όπως και να ‘χει, το παιχνίδι δείχνει πολύ καλύτερο από το πρόσφατο Last Guardian και τρέχει ακόμα καλύτερα. Στην απλή έκδοση του PS4, η μηχανή διατηρεί σταθερά τα 30 καρέ σε Full HD ακόμα και σε σκηνές έντονης δράσης – το γεγονός ότι παράλληλα δεν υπάρχει εμφανές aliasing στα γραφικά, κάνουν το Shadow of the Colossus ένα μικρό τεχνολογικό θαύμα. Φυσικά αντίστοιχη υπεροχή παρουσιάζει το παιχνίδι και στο PS4 Pro με την διαφορά ότι πλέον υποστηρίζεται το upscale σε 4K ανάλυση, με την δυνατότητα ξεκλειδώματος του ρυθμού ανανέωσης στα 60 καρέ, χάνοντας μερικώς σε ποιότητα (Performance mode). Δεδομένης της φύσης του gameplay και του κινηματογραφικού χαρακτήρα πάντως, το παιχνίδι δεν χάνει ουσιαστικά τίποτε τρέχοντας στα 30 καρέ. Θα το απολαύσετε εξίσου.
Μέσω των ρυθμίσεων υπάρχει και η δυνατότητα για να τρέξετε το παιχνίδι υπό την εφαρμογή κάποιου «φίλτρου». Τα φίλτρα αλλάζουν μέσω προκαθορισμένων τιμών σε φωτεινότητα, επιχρωματισμού και αντίθεσης, την εμφάνιση του παιχνιδιού ριζικά, βελτιώνοντας σημαντικά τα γραφικά του παιχνιδιού χωρίς ουσιαστικό αντίκτυπο στις επιδόσεις και χωρίς να μπλέκεται κανείς με ρυθμίσεις επί ρυθμίσεων σε τηλεοράσεις ή monitors. Έτσι μπορείτε λ.χ. να δώσετε μια πιο έντονη διαβάθμιση στους τόνους μέσω των Vivid ή Vibrant filter ή να έχετε μια πιο ατμοσφαιρική εμπειρία μέσω των ξεπλυμένων χρωμάτων του Faded ή Sepia filter. Υπάρχει μέχρι και φίλτρο που χαμηλώνει αρκετά τον φωτισμό, δίνοντας την εντύπωση της νύκτας. Μακάρι το filtering να το υποστήριζαν και περισσότερα παιχνίδια.
Αφήνοντας στην άκρη τα του τεχνικού τομέα, το remake δεν πειραματίζεται ιδιαίτερα με νέα στοιχεία. Μόνο ένα βασικό photo mode και κάποια extras που περιλαμβάνουν concept arts και συγκριτικά screenshots έχουν προστεθεί. Κατά βάση δηλαδή, αυτό που παίρνετε από το Remake πέρα από τον ανανεωμένο οπτικό τομέα, είναι το SotC όπως το θυμάστε, με τα καλά του και τα στραβά του. Με τα 16 μόλις boss fights, τον άκρατο εκνευρισμό όταν εξαντλείται πρόωρα ο μετρητής grip και την κακή τοποθέτηση της in-game κάμερας ανά σημεία. Δεν έχουν διορθωθεί και μερικές, σπάνιες, ευτυχώς περιπτώσεις clipping, όπου ο Wander μπουρδουκλώνεται σε δέντρα ή βράχους του σκηνικού.
Ελάχιστα όμως αμαυρώνουν τα όποια αυτά προβλήματα την τεράστια αξία του SotC. Αυτή η σύγχρονη, σκοτεινή εκδοχή της ωραίας Κοιμωμένης, τάραξε για τα καλά τα νερά στον χώρο των videogames και έδωσε ένα ξεκάθαρο μήνυμα στο τι μπορεί να επιτευχθεί στο μέσο αυτό. Η αψεγάδιαστη σκηνοθεσία του κάθε cutscene, η διαδρομή προς κάθε boss fight μεμονωμένα και η μάχη αυτή καθ’ εαυτή, χαρίζουν στον τίτλο μια εμπειρία που μένει ανεξίτηλη για πάντα στην μνήμη.
Σε τελική ανάλυση, ο τίτλος και χωρίς το… lifting κρατιέται περίφημα και καταφέρνει να συναρπάζει πρώτα λόγω ατμόσφαιρας και καλαισθησίας και μετά λόγω εμφάνισης. Ένα αγόρι, το άλογο του και μια αγάπη που ωθεί στα όρια. Και φυσικά η εμβληματική ενορχήστρωση του Kow Otani, για την οποία θα σκότωναν στο Hollywood… Τι άλλο θέλετε; Είστε έτοιμοι να ξαναζήσετε το έπος σε όλη του την μεγαλοπρέπεια;
Ανάπτυξη: Bluepoint Games Έκδοση: Sony Interactive Entertainment Διάθεση: Sony Hellas
The Good
- Επικός χαρακτήρας . Καταθλιπτική ατμόσφαιρα . Καλλιτεχνική διεύθυνση . Soundtrack που συγκρίνεται μόνο με παραγωγές του Williams . Αξεπέραστα boss fights . Ανατρεπτικό φινάλε
The Bad
- Μικρή πρόκληση . Ο μετρητής grip και ο τρόπος που λειτουργεί το σκαρφάλωμα εξακολουθεί να είναι προβληματικός . Συχνές άστοχες τοποθετήσεις της κάμερας . Μερικά φαινόμενα clipping.
-
ΓΡΑΦΙΚΑ
-
ΗΧΟΣ
-
GAMEPLAY
-
ΑΝΤΟΧΗ