Ο Van Helsing χτυπά για τρίτη φορά με την ίδια συνταγή: ξέγνοιαστο hack & slash σε περιβάλλον steampunk με πολύ χιούμορ, easter eggs και αναφορές στη σύγχρονη ποπ κουλτούρα, αλλά και εξτρά λειτουργίες που συμπεριφέρονται συμπληρωματικά ως mini-games. Αν δεν έχετε ασχοληθεί καθόλου με την τριλογία Van Helsing, το τρίτο κομμάτι δεν είναι το καλύτερο σημείο για να ξεκινήσετε, καθώς σας ρίχνει κατευθείαν στα βαθιά, χωρίς κάποια βοήθεια ή tutorial για μερικούς πολύπλοκους μηχανισμούς: καλύτερα να ξεκινήσετε από το πρώτο Van Helsing ή να περιμένετε μέχρι να ενωθούν ομοιόμορφα και τα τρία μέρη. Όσοι είχαν απολαύσει πάντως το δεύτερο Van Helsing, θα βρουν γνώριμα πράγματα (διαβάστε το review εδώ). Δεν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα από τους βασικούς μηχανισμούς, ενώ το σενάριο απλά προχωράει με νέους κακούς, νέους χάρτες με βασικές και προαιρετικές αποστολές και χλιαρές δικαιολογίες για περισσότερο σφάξιμο. Ουσιαστικά το Van Helsing III διαφοροποιείται από τις έξι νέες κλάσεις.
Το playthrough που κάναμε ήταν με τον Constructor, ένα πολύ χορταστικό pet-class που συνοδεύεται από μια τεράστια πλατφόρμα ποικίλων όπλων, αλλά και ρομποτάκια, ελικοπτεράκια, στάσιμους πύργους, κ.λπ. Οι υπόλοιπες κλάσεις είναι πιο παραδοσιακές: ο Protector είναι βαρύς πολεμιστής, ο Elementalist είναι κλασικός μάγος με ξόρκια της φύσης, ο Bounty Hunter (που οπτικά μοιάζει περισσότερο με τον Van Helsing) επιτίθεται από μακριά και ο Umbralist ο οποίος θυμίζει περισσότερο τον ninja που αποφεύγει τους εχθρούς και χρησιμοποιεί σκιές για ύπουλα χτυπήματα. Ιδιαίτερος είναι ο Phlogistoneer, ο οποίος φοράει έναν τεράστιο μηχανοκίνητο εξωσκελετό και χρησιμοποιεί βαριά τεχνολογία. Οι έξι νέες κλάσεις είναι συμπαθέστατες με χορταστικά, γενναιόδωρα και «ξεκλείδωτα» class trees , αλλά λόγω των νέων μηχανισμών τους, έχουν πλήρως «καπελώσει» τις παλιές κλάσεις, οι οποίες έχουν πολύ απλά, εξαφανιστεί. Δυστυχώς λοιπόν, δεν μπορείτε να εισάγετε αποθηκευμένους ήρωες από τον προηγούμενο τίτλο της τριλογίας, ούτε να παίξετε με κάποια από τις παλιές κλάσεις.
Ευτυχώς αυτή την φορά, το mini-game του tower defense δεν αφήνει την αίσθηση του «υποχρεωτικού», όπως γινόταν στο Van Helsing II όπου το παιχνίδι σε ωθούσε να ασχοληθείς με την υπεράσπιση της βάσης, στα πρώτα κιόλας δέκα λεπτά. Αυτή την φορά, τα συμπληρωματικά στοιχεία κάνουν ένα βήμα πίσω και κρατάνε μια διακριτική θέση στο παρασκήνιο: είναι εκεί για να τα χρησιμοποιήσετε αν θέλετε, αλλά αυτό είναι όλο. Να υπενθυμίσουμε ότι εκτός από το προαναφερθέν tower defense όπου χτίζετε πύργους για να προστατέψετε τη βάση σας, υπάρχει η δυνατότητα να στέλνετε σε αποστολές τους αξιωματικούς της αντίστασης (θα πρέπει να επιλέξετε τον σωστό άνθρωπο για τη σωστή δουλειά, βάσει της αποστολής και των skills του απεσταλμένου σας), ενώ την εμφάνισή της κάνει πάλι η Chimera, ένα τέρας που μπορείτε να στέλνετε σε περιπολίες για να κερδίζει εμπειρία και αντικείμενα. Προσθέστε και την απαραίτητη παρουσία της φαντασματοκυράς Katrina που είναι ένας πλήρης, αυτόνομος χαρακτήρας (με στατιστικά, ικανότητες, inventory) που πολεμάει πιστά στο πλευρό σας, αλλά και τους άπειρους NPC στη βάση που προσφέρουν κάθε λογής υπηρεσία για να βελτιώσουν εσάς, τα στατιστικά σας και τα αντικείμενά σας και μπροστά μας σχηματίζεται ένα υπερπλήρες action RPG με πολλά, πλούσια, γενναιόδωρα συμπληρωματικά στοιχεία. Αυτό για μερικούς να αποτελεί και λίγο μειονέκτημα πάντως: το Van Helsing 3 απλώνεται παντού και βάζει «λίγο από όλα» στη συνταγή, όπως είχε κάνει και το δεύτερο κεφάλαιο, ξεφεύγοντας ελαφρώς από το πρώτο, πιο αγνό hack & slash της τριλογίας (το οποίο παραμένει ίσως το πιο συγκροτημένο και συμπαγές της σειράς).
Αυτό που καταφέρνει έξοχα το VH3 είναι ο βηματισμός: ο χαρακτήρας σας έχει έναν πολύ ζωηρό ρυθμό με τον οποίο ανεβαίνει τα επίπεδα και κάθε λίγο θα ξεκλειδωθεί ένα skill, θα πάρετε έναν πόντο για να επενδύσετε σε ένα από τα πολλά skill trees, θα αγοράσετε ένα παθητικό perk, κ.λπ. Φαίνεται αυτονόητο, αλλά πολλά RPG δεν πετυχαίνουν μια τόσο σωστή ροή στην εξέλιξη του χαρακτήρα, όπου συνέχεια κάτι σε κρατάει για να προχωράς μπροστά και να χτίσεις τον ήρωά σου. Παρόμοιο καλό βηματισμό έχουν και τα λάφυρα των νεκρών αντιπάλων, ίσως υπερβολικά πολύ καθώς το loot πέφτει βροχή! Ευτυχώς η Katrina μπορεί να μαζεύει αντικείμενα και να τα πουλάει στην πόλη μέσα από την γνωστή, βολική της λειτουργία. Η γνωστή λούπα του σφάξε-ανέβα επίπεδο-πούλα-αγόρασε-σφάξε, λειτουργεί τέλεια και οι 8 με 10 περίπου ώρες που θα χρειαστείτε για να δείτε τους τίτλους τέλους, περνάνε ευχάριστα και εύκολα.
Μπράβο στη Neocore Games που από το πουθενά δημιούργησε ένα αρκετά δυνατό franchise: το τρίτο κεφάλαιο Van Helsing μπορεί να μην βελτιώθηκε αισθητά και να μοιάζει περισσότερο με ένα add-on κλάσεων, αλλά παρέμεινε τίμιο, χορταστικό και αρκούντως διασκεδαστικό. Περιμένουμε μια απόλυτη έκδοση που θα ενοποιήσει οριζόντια και τα τρία κεφάλαια, ενώ σίγουρα δεν θα είναι η τελευταία φορά που ακούμε νέα της Neocore στην κατηγορία των RPG…